Ο ων

©Magritte
Εδώ ο not reproduced human matter ως άνθρωπος μπροστά σε μιαν επιλογή.


Μια ομάδα για να συνυπάρξει, για να αποτελέσει ομάδα -ώστε τα μέλη ως ανεξάρτητα και μεμονωμένα άτομα με δικές τους καταβολές και ενστάσεις για την πραγματικότητα να μην αποτελέσουν ένα απλό άθροισμα, αλλά κάτι παραπάνω, καθώς θα αποτελούν ομάδα- αποφασίζει τι θα θυμάται και τι θα ξεχνάει. Κι είναι οι λήθες ακόμη πιο κεντρικό σημείο στην ομοιογένεια και την ταυτότητα μιας ομάδας από ό,τι οι μνήμες.
Η Μνήμη έχει αλήθειες και λήθες, μια που τα συζητάς και μια που σωπαίνεις, μια που επιλέγεις τι είσαι και μια που αποφασίζεις τι δεν είσαι. Στο αχανές πεδίο των μνημών, λοιπόν, η αθωότητα επέρχεται με τη συνενοχή. Κι όταν ξυπνάς από ένα βαθύ ύπνο (που ήταν μεγαλύτερος από ύπνο και μικρότερος από θάνατο, αλλά όσο να 'ναι δε θα τον έλεγες βαθύ θάνατο) και τα βλέπεις όλα αλλαγμένα αρχίζεις να τραγουδάς, όπως από έναν σκοτεινό διάδρομο που μπορεί και να 'χει φαντάσματα.
Σε μια ομάδα η αθωότητα είναι ένα gestalt αναμεταξύ των μελών συνενοχών (το άθροισμα των συνενοχών των μελών δεν είναι μια συνενοχή, αλλά μια προβαλλόμενη αθωότητα). Σε μιαν ομάδα η μνήμη είναι ένα gestalt αναμεταξύ των μελών ληθών (το άθροισμα των ληθών δεν είναι μια λήθη, αλλά μια προβαλλόμενη μνήμη).
Πατρίδα μας δεν είναι αυτά που νοσταλγούμε, που αναθυμόμαστε, οι τόποι που μάς καταδυναστεύουν, αλλά οι τρόποι που ξεχνούσαμε και ξεχνιόμασταν. Κι όταν χρειαζόμαστε να πούμε "Είμαι εγώ" (άσχετο ότι πάντα λανθάνει το "είμαστε εμείς" από πίσω) πρέπει κάπως να διακριθούμε από το σύνολο κι από την ομάδα -που ωστόσο πάντα τη φέρουμε. Να διακριθούμε, όχι για να ξεφύγουμε από αυτή, αλλά γιατί για να συνυπάρξουμε απαιτείται να εκφέρουμε τις ενστάσεις μας και στην εξω-ομάδα και στην ενδο-ομάδα. Όταν λέμε "Εγώ", προκύπτουμε από όλα τα σύνολα. Κάθε κάθε άρνηση και διάκρισή μας από τον κόσμο επήλθε ύστερα από τρία λαλήματα πετεινού και κάθε φιλί μας στιγμάτισε ένα πρόσωπο στα μάτια αυτών που καραδοκούσαν και κάθε φωτιά που ανάβουμε προϋποθέτει έναν Προμηθέα. Ίσως κάθε ανάδειξη της προσωπικής μας ταυτότητας, της επιλογής μας μέσα σε μια πληθώρα επιλογών που δικαιούμαστε μέσα στην ομάδα που ανήκουμε, μέσα σε μια πληθώρα σεναρίων, να απαιτεί μια προδοσία από αυτά που δικαιούμαστε. Να απαιτεί να κάνουμε κάτι ξέχωρο. Να αρθρώσουμε έναν λόγο μειονοτικό απέναντι στον κόσμο. Σαν ψευδο-πόδι στην ομάδα-αμοιβάδα, που ξεφυτρώνει, που ξεχωρίζει. Για μια στιγμή λέμε "Εγώ". Για μια στιγμή.
Στον κόσμο ό,τι γίνεται έχει ξαναγίνει και ό,τι γίνεται δεν έχει ξαναγίνει. Σε αυτή τη χίμαιρα ξεγλιστρά η παρανόηση της Μοίρας. Ο προκαθορισμένος προορισμός ή ο αναμενόμενος προορισμός του καθενός μας ή ο προδοτικός προορισμός μας. Όταν ο Ηρακλής βρέθηκε μπροστά στα δύο μονοπάτια (χοντρικά του "Καλού" και του "Κακού") ή ο Αδάμ κι η Εύα μπροστά στο δέντρο της γνώσης του καλού και του κακού, αυτή η μονοσήμαντη ανάγνωση της πραγματικότητας προσέφερε συγκεκριμένους προορισμούς. Και μπροστά στον φόβο της επιλογής πράξαμε (και πράττουμε σαν κατάρα διαρκώς).
Μπροστά σ' έναν φόβο έχουμε τρεις επιλογές: fly or fight or freeze. Να φεύγουμε ή να μαχόμαστε ή να παγώνουμε. Μπροστά σε μιαν επιλογή. Μπροστά σε μια διαφαινόμενη Μοίρα. Μπροστά σε μιαν άρθρωσή μας μέσα στον Κόσμο που μάς τυλίγει.

Comments

Popular posts from this blog

Γκροτέσκο σώμα || ένα σώμα θεατρικό

Περί νιτσεϊκού αφορισμού